Όταν καταναλώνουμε ένα αλκοολούχο ποτό, η αλκοόλη περνά από το στομάχι στο λεπτό έντερο, απ’ όπου ταχέως απορροφάται στο αίμα και διαμοιράζεται στο σώμα. Αν και όλα τα τμήματα του γαστρεντερικού συστήματος συμμετέχουν στην απορρόφηση του οινοπνεύματος, το μεγαλύτερο ποσοστό (75 – 80%) απορροφάται από το λεπτό έντερο, πιθανότατα λόγω του μεγάλου του μήκους, ενώ μόλις το 20 – 25% απορροφάται από το στομάχι.
Η ταχύτητα με την οποία το οινόπνευμα απορροφάται και κατόπιν καταστρέφεται από τον ανθρώπινο οργανισμό εξαρτάται από ποικίλους παράγοντες. Οι σημαντικότεροι από αυτούς είναι:
Α. Εξωοργανικοί
- Η περιεκτικότητα σε οινόπνευμα του ποτού και η ποσότητα που καταναλώνεται
Η περιεκτικότητα σε αλκοόλη του αίματος γενικά εξαρτάται από την ποσότητα του οινοπνεύματος που διοχετεύεται και το ρυθμό με τον οποίο αυτό απομακρύνεται από το σώμα του καταναλωτή. Επειδή το σώμα καταβολίζει το αλκοόλ με ένα μάλλον σταθερό ρυθμό, η κατανάλωση σε ένα ρυθμό μεγαλύτερο από την απομάκρυνση (όταν δηλαδή πίνουμε περισσότερο απ’ ότι μπορεί να διώξει ο οργανισμός) οδηγεί σε ένα συσσωρευτικό αποτέλεσμα και ακολούθως σε αυξημένη συγκέντρωση στο αίμα.
Σημασία δεν έχει προφανώς πόσα ποτήρια έχει καταναλώσει κανείς, αλλά πόσο οινόπνευμα έχει εισχωρήσει στο σώμα του. Όλα τα ποτά δεν έχουν την ίδια περιεκτικότητα οινοπνεύματος. Το πόσο «δυνατό» είναι ένα ποτό, επηρεάζει και το ρυθμό απορρόφησης του οινοπνεύματος. Έτσι, η αλκοόλη απορροφάται ταχύτερα όταν το ποτό έχει περιεκτικότητα μεταξύ 10% και 30% (για παράδειγμα τα διάφορα είδη κρασιού). Σε μικρότερες περιεκτικότητες (π.χ. η μπύρα) η αύξηση της συγκέντρωσης του οινοπνεύματος στο γαστρεντερικό τμήμα είναι αργή και καθυστερεί την απορρόφηση, η συνεχής μάλιστα κατανάλωση του ποτού καθυστερεί το άδειασμα του στομάχου. Αντίθετα ποτά με υψηλότερη του 30% αλκοολοπεριεκτικότητα (όπως τα
«σκληρά», βότκα, ουίσκι, κονιάκ), τείνουν να ερεθίζουν τις βλεννογόνους μεμβράνες του γαστρεντερικού συστήματος και του πυλωρικού σφικτήρα, προκαλώντας αυξημένες εκκρίσεις βλεννών και καθυστερώντας την γαστρική εκκένωση. Εννοείται βέβαια ότι η άποψη «ανακάτεψε τα ποτά» (δηλαδή ήπιε διαφορετικά ποτά και γι’ αυτό μέθυσε), είναι μύθος. Σημασία έχει η ποσότητα οινοπνεύματος που καταναλώνουμε.
Οι υγιείς οργανισμοί μεταβολίζουν το αλκοόλ με ένα μάλλον σταθερό ρυθμό. Κατά μέσον όρο ένα άτομο μπορεί να απομακρύνει 15 mL οινοπνεύματος (περίπου όσο περιέχει ένα ποτήρι κρασί) ανά ώρα. Αυτός ο ρυθμός μεταβολισμού, τείνει να αυξάνεται όταν η περιεκτικότητα του αλκοόλ στο αίμα είναι πολύ υψηλή ή πολύ χαμηλή.
Στους πίνακες που ακολουθούν παραθέτουμε την περιεκτικότητα οινοπνεύματος σε διάφορα γνωστά ποτά καθώς και την ποσότητα αλκοόλης που λαμβάνουμε με κάθε «ποτηράκι».
ΠΟΤΟ | ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΑΛΚΟΟΛΗΣ (% κ.ο.) |
Μπύρα (ξανθή) | 3.2 – 5.0 |
Μπύρες διάφορες | 4.5 – 12.0 |
Οίνοι επιτραπέζιοι | 7.1 – 14.0 |
Οίνοι αφρώδεις | 8.0 – 14.0 |
Οίνοι γλυκείς | 14.0 – 24.0 |
Οίνοι αρωματισμένοι | 15.5 – 20.0 |
Μπράντυ, Κονιάκ | 40.0 – 43.0 |
Ουίσκι | 40.0 – 45.0 |
Βότκα | 40.0 – 50.0 |
Τζιν | 40.0 – 48.5 |
Ρούμι | 40.0 – 95.0 |
Τεκίλα | 45.0 – 50.5 |
Αποστάγματα στεμφύλων (τσίπουρο, τσικουδιά, ρακί) | 35.0 – 45.0 |
Ούζο | 40.0 – 43.0 |
ΠΟΤΟ (ανά ποτήρι) | ΟΙΝΟΠΝΕΥΜΑ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΕΤΑΙ |
Ουίσκι (50mL) | 20 ml |
Βερμούτ (50 mL) | 8 ml |
Τσίπουρο (25 mL) | 10 ml |
Οίνος ξηρός (100 mL) | 12 ml |
Μπύρα ξανθή (330 mL) | 16,5 ml |
ΟΙΝΟΠΝΕΥΜΑ ΠΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΝΕΤΑΙ ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΑ ΠΟΤΑ
2. Εάν πίνουμε με το στομάχι γεμάτο ή άδειο.
Όταν καταναλώνουμε οινοπνευματώδη γευματίζοντας, έχουμε σαν αποτέλεσμα η συγκέντρωση αλκοόλης στο αίμα να μη φτάνει σε τόσο υψηλές τιμές, ούτε τόσο σύντομα, σε σχέση με την κατανάλωση ποτών με άδειο στομάχι. Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους. Πρώτον, επειδή το αλκοόλ απορροφάται κυρίως από το λεπτό έντερο, η είσοδος του φαγητού μπορεί να καθυστερήσει αυτή τη διεργασία. Η πυλωρική δικλείδα στη βάση του στομάχου θα κλείσει προκειμένου να κρατήσει το φαγητό στο στομάχι για την χώνευση κι έτσι θα αποκλείσει από το οινόπνευμα τη δίοδο στο λεπτό έντερο. Έτσι το οινόπνευμα θα κρατηθεί στο στομάχι και η μετατροπή του θα γίνει πιο αργά. Δεύτερον, ο ρυθμός απομάκρυνσης του οινοπνεύματος από το σώμα είναι αντιστρόφως ανάλογος από την συγκέντρωσή του στο αίμα. Επειδή λοιπόν τα επίπεδα της αλκοόλης στο αίμα είναι χαμηλότερα όταν λειτουργεί η πέψη, ο μεταβολισμός της γίνεται πιο ομαλά και ταχύτερα. Για το λόγο αυτό, σε έναν άνθρωπο που καταναλώνει οινοπνευματούχα ποτά νηστικός, η μέγιστη συγκέντρωση οινοπνεύματος στο αίμα πραγματοποιείται σε μισή έως δύο ώρες μετά την κατανάλωση ενώ σε έναν που έχει προηγούμενα γευματίσει, η μέγιστη περιεκτικότητα αλκοόλης παρατηρείται ακόμα και έξι ώρες αργότερα.
3. Η περιεκτικότητα του ποτού σε ανθρακικό ή σάκχαρα
Ποτά που περιέχουν σάκχαρα (γλυκείς οίνοι, λικέρ) καθυστερούν την απορρόφηση του οινοπνεύματος.
Αντίθετα, ανθρακούχα ποτά (αφρώδεις οίνοι, ζύθος) επιταχύνουν την απορρόφηση.
Β. Οργανικοί
- Το βάρος και ο τύπος του σώματος
Το βάρος και ο τύπος του σώματος γενικά παίζουν το ρόλο τους στο μεταβολισμό. Όσο βαρύτερο είναι ένα άτομο, τόσο λιγότερο επηρεάζεται από μια συγκεκριμένη ποσότητα οινοπνεύματος. Αυτό συμβαίνει διότι το σώμα του περιέχει περισσότερο νερό κι έτσι η συγκέντρωση του οινοπνεύματος σε αυτό είναι μικρότερη σε σχέση με κάποιον ελαφρύτερο που καταναλώνει την ίδια ποσότητα οινοπνεύματος. Επίσης, ένα άτομο γυμνασμένο έχει μεγαλύτερη αντοχή στο αλκοόλ από έναν παχύσαρκο διότι οι λιπαροί ιστοί του τελευταίου περιέχουν μικρότερη ποσότητα ύδατος κι έτσι δεν απορροφούν την ίδια ποσότητα οινοπνεύματος.
2. Το φύλο
Μεταξύ των δύο φύλων υπάρχουν επίσης αξιοσημείωτες διαφορές σε ό,τι αφορά τόσο τη μέγιστη συγκέντρωση οινοπνεύματος στο αίμα, όσο και το ρυθμό μεταβολισμού του. Επειδή γενικά το ανδρικό σώμα είναι περισσότερο μυώδες και περιέχει περισσότερο νερό, ενώ το γυναικείο σώμα είναι πιο λιπαρό, είναι επόμενο, όταν ένας άνδρας και μια γυναίκα του ίδιου βάρους καταναλώσουν την ίδια ποσότητα οινοπνεύματος, η γυναίκα να παρουσιάζει υψηλότερη συγκέντρωση αλκοόλης στο αίμα απ’ ότι ο άνδρας. Εννοείται βέβαια ότι αυτό ισχύει για τον μέσο όρο διότι αν έχουμε μια γυναίκα καλογυμνασμένη κι έναν άνδρα παχύ τότε θα έχουμε τα αντίθετα αποτελέσματα. Οι διαφορές των δυο φύλων στη μέγιστη συγκέντρωση οινοπνεύματος στο αίμα κατόπιν κατανάλωσης οινοπνεύματος που οφείλονται στις προαναφερόμενες σωματικές διαφορές, μπορούν κατά μέσο όρο να κυμαίνονται μεταξύ 10% και 16%.
Επιπλέον, ο γυναικείος οργανισμός διαθέτει μικρότερη ποσότητα, σε σχέση με τον ανδρικό, του ενζύμου της αλκοολικής δεϋδρογονάσης που είναι υπεύθυνο για τον καταβολισμό του οινοπνεύματος (βλέπε παρακάτω, ο καταβολισμός του οινοπνεύματος).
3. Η ηλικία
Το συνολικό ύδωρ που περιέχεται στο ανθρώπινο σώμα τείνει να ελαττώνεται με την ηλικία. Το αποτέλεσμα είναι έτσι, η συγκέντρωση του οινοπνεύματος στο αίμα να γίνεται μεγαλύτερη με κατανάλωση ίδιας ποσότητας οινοπνεύματος, όσο ο άνθρωπος ηλικιώνεται.
Στον παρακάτω πίνακα παρατίθεται και η μέση % περιεκτικότητα σε ύδωρ ενός οργανισμού, ως συνάρτηση φύλου και ηλικίας:
ΗΛΙΚΙΑ | ΑΝΔΡΑΣ | ΓΥΝΑΙΚΑ |
18 έως 40 | 61% | 52% |
Άνω των 60 | 51% | 46% |
4. Ο εθισμός
Οι υγιείς οργανισμοί μεταβολίζουν το αλκοόλ με ένα μάλλον σταθερό ρυθμό. Κατά μέσον όρο ένα άτομο μπορεί να απομακρύνει 15 mL οινοπνεύματος (περίπου όσο περιέχει ένα ποτήρι κρασί) ανά ώρα. Αυτός ο ρυθμός μεταβολισμού, τείνει να αυξάνεται όταν η περιεκτικότητα του αλκοόλ στο αίμα είναι πολύ υψηλή ή πολύ χαμηλή. Όμως, χρόνια αλκοολικοί, είναι δυνατό να μεταβολίζουν το οινόπνευμα με αξιοσημείωτα μεγαλύτερη ταχύτητα από τον μέσο όρο, εφόσον βέβαια το συκώτι τους βρίσκεται σε καλή κατάσταση. Αυτό συμβαίνει γιατί ο οργανισμός τους έχει αναγκασθεί να παράγει μεγαλύτερη ποσότητα ενζύμου που καταστρέφει το οινόπνευμα προκειμένου να αντιμετωπίσει τις αυξημένες ποσότητες που εισέρχονται στο ήπαρ.
Από τη στιγμή που απορροφάται, το οινόπνευμα εγκαταλείπει τον οργανισμό μέσω τριών οδών:
- Του νεφρού, που διώχνει έως 5 % της ποσότητας του οινοπνεύματος με την ούρηση.
- Των πνευμόνων που εξάγουν έως 5 % της ποσότητας του οινοπνεύματος με την εκπνοή.
- Του ήπατος που αποικοδομεί βιοχημικά το υπόλοιπο οινόπνευμα μέσω ενζύμων.
(Από την έκδοση “Οινόπνευμα και πολιτισμός”, Μ. Ασημιάδης, Αθήνα 2005).